Βιογραφία
Ο Kimon Nicolaides (Κίμων Νικολαΐδης) γεννήθηκε στην Washington, D.C., το 1891. Μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από τα αντικείμενα που εμπορεύεται ο πατέρας του, από τις χώρες της Ανατολής, τα οποία και ενεργοποιούν το αρχικό του ενδιαφέρον για την τέχνη από νεαρή ηλικία. Όταν μεταβαίνει στη Νέα Υόρκη ασχολείται επαγγελματικά με διάφορες προσωρινές δουλειές όπως τοποθέτηση κάδρων σε εικόνες και δημοσιογραφία και συμμετέχει, επίσης, ως κομπάρσος σε κινηματογραφικές ταινίες. Η επίμονη ενασχόληση και το πάθος του με τη ζωγραφική πείθει τον πατέρα του να χρηματοδοτήσει τη φοίτησή του στη σχολή Art Students League από το 1914 έως το 1916. Εκεί σπουδάζει με δασκάλους τους George Bridgman και John Sloan και συναναστρέφεται με καλλιτέχνες όπως το ζευγάρι Wilhelmina Weber Furlong και Thomas Furlong. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Nicolaides υπηρετεί εθελοντικά στη Γαλλία για περισσότερο από ένα χρόνο και γίνεται ένας από τους πρώτους αμερικανούς camouflage καλλιτέχνες του στρατού που συμμετέχει στις προσπάθειες απόκρυψης στρατιωτικού προσωπικού και ενεργειών στην ίδια μονάδα με τους Barry Faulkner, Sherry Edmundson Fry, Abraham Rattner και άλλους. Επιπλέον, μία από τις αποστολές του είναι η εξέταση τοπογραφικών χαρτών, που απεικονίζουν το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους με καμπυλωτά περιγράμματα. Η επαφή του με τους χάρτες τον βοηθά να εμβαθύνει στη μελέτη και τη χρησιμότητα του περιγράμματος στο καλλιτεχνικό σχέδιο και συμβάλλει στην ανάπτυξη της προσωπικής του μεθοδολογίας σχεδίασης περιγράμματος την οποία αξιοποιεί και παρουσιάζει σε ύστερη φάση. Μετά την ολοκλήρωση της θητείας του, και ύστερα από μερικά χρόνια παραμονής και εργασίας στο Παρίσι, το 1922 πραγματοποιεί την πρώτη του ατομική έκθεση στη γκαλερί Bernheim Jeune. Τον επόμενο χρόνο εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη και πραγματοποιεί έκθεση στο Whitney Studio Club, το σημερινό Whitney Museum of American Art. Για τα επόμενα 15 χρόνια αφοσιώνεται στη ζωγραφική, ενώ παράλληλα διδάσκει στη σχολή Art Students League. Χωρίς να εκθέτει συχνά τις δημιουργίες του, καταφέρνει και αποκτά φήμη ως ζωγράφος αλλά και ως δάσκαλος ζωγραφικής. Κριτικοί τέχνης της εποχής εκθειάζουν το εύρος της δουλειάς του, την πρωτοτυπία της τεχνικής του και τις θεματικές και νοητικές του αναζητήσεις για νέες αισθητικές εμπειρίες. Ταυτόχρονα, καθώς η επιθυμία του να ζωγραφίζει είναι εξίσου θεμελιώδης με την επιθυμία του να επικοινωνεί τις γνώσεις του, μεγάλος αριθμός φοιτητών επιλέγει το μάθημά του για την αμεσότητα και το υψηλό επίπεδο της διδασκαλίας του. Το 1932 συμμετέχει στην έκθεση Murals by American Painters and Photographers στο MoMA. Το 1938 πεθαίνει σε ηλικία 47 ετών, πριν ακόμα ολοκληρώσει το βιβλίο του The Natural Way to Draw (1941) όπου καταγράφει το σύστημα διδασκαλίας που είχε διαμορφώσει τα προηγούμενα χρόνια. Το βιβλίο αποτελείται από 64 ασκήσεις που προορίζονται για εφαρμογή εντός της διάρκειας ενός έτους, και επικεντρώνονται σε βασικές έννοιες σχεδίασης όπως σχέδιο περιγράμματος, χειρονομιακό σχέδιο, τονικό σχέδιο και σχέδιο με βάση τη μνήμη. Η Mamie Harmon, η οποία υπήρξε μαθήτριά του τα καλοκαίρια του 1935 και του 1936 στο New Hampshire και εργάστηκε μαζί του πάνω στο χειρόγραφο του, ολοκλήρωσε το βιβλίο μέχρι την έκδοσή του. Η Harmon βοήθησε επίσης στο να διοργανωθεί έκθεση στη μνήμη του στο G. R. D. Studio στη Νέα Υόρκη το 1939, στο οποίο ο Nicolaides διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής. Έργα του βρίσκονται στο Whitney Museum of American Art.
Μάρη Σπανουδάκη
Επιμελήτρια & Ερευνήτρια